Η διατροφή των αιγοπροβάτων στη χώρα μας βασίζεται σε μεγάλο ποσοστό στην βοσκή.

Η καλύτερη τροφή για πρόβατα

Η διατροφή των αιγοπροβάτων στη χώρα μας βασίζεται σε μεγάλο ποσοστό στην βοσκή. Οι βοσκότοποι παρέχουν θρεπτικές ουσίες μόνο κατά τη διάρκεια της Άνοιξης (Μάρτιο-Μάιο) και λιγότερο στις αρχές του καλοκαιριού, ενώ κατά τη διάρκεια των υπόλοιπων θερινών μηνών (Ιούλιο-Αύγουστο) και κατά το μεγαλύτερο διάστημα του φθινοπώρου η βοσκήσιμη ύλη είναι πολύ περιορισμένη (λόγω κλιματικών συνθηκών). Τα πρόβατα προτιμούν να τρώνε βοσκή και πιο συγκεκριμένα τρυφερή βλάστηση πολύ κοντά στην επιφάνεια του εδάφους. Με τον όρο βοσκή ορίζουμε ένα ευρύ φάσμα φυτικών ειδών: γρασίδι, τριφύλλι, μηδική, ραδίκια, όσπρια, θάμνοι, διάφορα αγριόχορτα κλπ. Ποια είναι όμως η καλύτερη τροφή για πρόβατα; Η μηδική είναι μια πολύ ισχυρή βάση για βοσκή, αλλά η βιοποικιλότητα των βοσκοτόπων συνδέεται άμεσα με την ποιότητα της τροφής (όσο περισσότερα διαφορετικά φυτικά είδη τόσο το καλύτερο).

Η καλύτερη τροφή για πρόβατα

Πριν από την επικράτηση των ζωοτροφών που κυκλοφορούν στο εμπόριο, οι παλιοί κτηνοτρόφοι συνήθιζαν να βασίζουν τη διατροφή των προβάτων τους αποκλειστικά σε βοσκή, ολόκληρο καλαμπόκι και σανό. Τα πρόβατά τους βοσκούσαν τουλάχιστον για 7- 8 ώρες την ημέρα. Στη συνέχεια, χορηγούσαν, 0,2 - 1,36 kg καλαμποκιού και 0,9 - 2,23 kg σανό μηδικής ανά πρόβατο κάθε μέρα.

Κατά τη διάρκεια των αιώνων, τα πρόβατα επιβίωσαν στο φυσικό περιβάλλον μόνο με την κατανάλωση βοσκής, δημητριακών (όπως καλαμπόκι – αλλά σε πολύ μικρές ποσότητες) και πόσιμου νερού. Ωστόσο, οι πιο συνηθισμένες εμπορικές φυλές που έχουν επιλεγεί σήμερα για την παραγωγή κρέατος ή / και γαλακτοκομικών προϊόντων ανταποκρίνονται σε μεγάλο βαθμό στις ζωοτροφές που κυκλοφορούν στο εμπόριο. Όπως συμβαίνει και με τα κατσίκια, η διατροφή ενός γαλακτοπαραγωγικού προβάτου είναι διαφορετική από ενός κρεατοπαραγωγικού προβάτου. Κατά κανόνα, τα πρόβατα  που προορίζονται για κρέας μπορούν να τρέφονται μόνο με βοσκή, σανό και με μια μικρή (αν όχι μηδενική) ποσότητα σπόρων δημητριακών. Ενώ η διατροφή ενός προβάτου που αρμέγεται ή βρίσκεται στην εγκυμοσύνη συμπληρώνεται συνήθως με ζωοτροφές, οι οποίες κανονικά περιέχουν μεγαλύτερη ποσότητα δημητριακών. Στη Βιοζωκάτ μπορείτε να βρείτε τέτοιες ειδικές τροφές προβάτων που θα τους χαρίσουν τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά που χρειάζονται.

Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι μόνο τα εξημερωμένα πρόβατα τρώνε δημητριακά, αλλά η αλήθεια είναι ότι κατά τη διάρκεια των αιώνων, πρόβατα στην άγρια ​​φύση έτρωγαν μια μικρή ποσότητα σπόρων διαφόρων φυτών που μπορούσαν να βρουν. Ωστόσο, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί επειδή τα πρόβατα γενικά αγαπούν πολύ τη γεύση των σπόρων αυτών. Έτσι, δίνοντάς τους 24ωρη πρόσβαση σε αυτό το είδος φαγητού θα έχει ως αποτέλεσμα μεγάλα προβλήματα υγείας. Οι σπόροι δημητριακών πρέπει να εισάγονται αργά αργά στη διατροφή των προβάτων και να διατηρούνται σε χαμηλά επίπεδα.

Ορισμένες δημοφιλείς εμπορικές ζωοτροφές προβάτων περιέχουν περίπου 20% πρωτεΐνη. Αυτές οι πρωτεΐνες έχουν τα αμινοξέα που είναι απαραίτητα για να μεγιστοποιήσουν την ανάπτυξη των μυών. Η μέση συνιστώμενη ημερήσια δόση 0,9 με 1,8 kg για ενήλικα πρόβατα (συμβουλευτείτε τον κτηνίατρό σας για τον ακριβή τύπο και τις δόσεις ή διαβάστε προσεκτικά την ετικέτα κάθε ζωοτροφής). Στα σύγχρονα προγράμματα διατροφής για πρόβατα προστίθενται τα μπλοκ (πλάκες) αλατιού (που λειτουργούν ως συμπληρώματα μετάλλων). Λάβετε υπόψη ότι τα πρόβατα χρειάζονται λιγότερο χαλκό από τις κατσίκες, και άρα πολλά μεταλλικά συμπληρώματα που προορίζονται για κατσίκες ίσως είναι τοξικά για τα πρόβατα).

Πολλοί κτηνοτρόφοι τοποθετούν επίσης ένα δίσκο με μαγειρική σόδα στο εσωτερικό του στάβλου, έτσι ώστε τα πρόβατα να μπορούν να έχουν 24 ώρες πρόσβαση σε αυτό. Η μαγειρική σόδα έχει αναφερθεί ότι ρυθμίζει το pH του στομάχου και έτσι βοηθά στην πέψη, ειδικά σε μια δίαιτα υψηλή σε δημητριακά. Σε όλες τις περιπτώσεις, τα πρόβατα πρέπει να έχουν πρόσβαση 24 ώρες σε φρέσκο καθαρό μέσα στο στάβλο τους. Ποτίστρες πρέπει επίσης να τοποθετούνται σε 2-3 απομακρυσμένα σημεία του αγρού.

Η συμπληρωματική διατροφή στοχεύει στην κάλυψη των διατροφικών απαιτήσεων διαφόρων κατηγοριών προβάτων.

Οι τροφές των αιγο-προβάτων

Χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: Τις χονδροειδείς και τις συμπυκνωμένες

 Στις Χονδροειδείς περιλαμβάνονται:

 α. Βοσκές
 β. Λειμώνες
 γ. Σανοί
 δ. Ενσιρώματα
 ε. Άχυρα

Στις ΣΥΜΠΥΚΝΩΜΕΝΕΣ - ΚΑΡΠΟΥΣ περιλαμβάνονται :

α. Καλαμπόκι, κριθάρι, σιτάρι, βρίζα, βρώμη 

β. Σόγια, ηλιάλευρο, λούπινα, κτηνοτροφικά κουκιά , κτηνοτροφικό μπιζέλι.

Οι χονδροειδείς τροφές αποτελούν την βάση της διατροφής όλων ανεξαιρέτως των μηρυκαστικών διότι εκτός από τα θρεπτικά συστατικά (ενέργεια, πρωτεΐνη, μέταλλα) παρέχουν στα ζώα και τις απολύτως απαραίτητες για την λειτουργία της πέψης Κυτταρίνες. 

Χωρίς κυτταρίνες είναι αδύνατη η ομαλή ανάπτυξη και λειτουργία της μικροβιακής χλωρίδας της Μεγάλης Κοιλίας (MK). Χωρίς επαρκή μικροβιακή χλωρίδα είναι αδύνατη η πέψη όλων ανεξαιρέτως των τροφών. Όμως δεν μπορούμε να χορηγούμε κυτταρίνες χωρίς έλεγχο για να λύνουμε το πρόβλημα διότι όσο αυξάνεται η μη πέψιμη ιδίως κυτταρίνη τόσο πιο πολύ μειώνεται η παραγωγή γάλακτος. Λόγω της χαμηλής πεπτικότητας της δεν μπορεί να αποδώσει στον οργανισμό όλη την ενέργεια που περιέχει. Όσο πιο λίγη η ενέργεια που αποδεσμεύεται τόσο μικρότερη η παραγωγή γάλακτος.

Από την άλλη μεριά, υπερβολική χορήγηση καρπών για την αντιστάθμιση του προβλήματος προκαλεί ραγδαία πτώση του PH με ακόμα χειρότερα αποτελέσματα (οξέωση, δυσπεψία ,ενδονυχίτιδες μαστίτιδες). Σε αυτό ακριβώς το σημείο καθοριστικό ρόλο παίζει η ποιότητα των χονδροειδών τροφών αφού υπάρχουν τροφές με κυτταρίνες υψηλής πεπτικότητας και τροφές με κυτταρίνες που αποβάλλονται σχεδόν άπεπτες μέσω των  κοπράνων. 

Κυτταρίνες που πέπτονται σε μεγαλύτερο ποσοστό προσφέρουν περίσσια ενέργειας ενώ οι άπεπτες ούτε ενέργεια προσφέρουν αλλά, και το χειρότερο,  δεσμεύουν πολύτιμο αποθηκευτικό χώρο της ΜΚ και δεν επιτρέπουν την είσοδο νέας και πιο εύπεπτης τροφής προκειμένου να αντισταθμιστεί το μειονέκτημα. 

Θα μπορούσε βεβαίως ένα μέρος αυτής της κυτταρίνης να ζυμωθεί πιο πολύ αν υπήρχαν περιθώρια περαιτέρω παραμονής τους στη ΜΚ κατά 12-15 ώρες τουλάχιστον. Περιθώρια όμως παραμονής δεν υπάρχουν διότι η ανάγκη για νέα και συνεχή τροφοδοσία αναγκάζει τον οργανισμό να αποβάλλει προ της ώρας τις δύσπεπτες τροφές (κυτταρίνες) για να έρθουν καινούργιες σε ακατάπαυτο ρυθμό και ροή.

Ποιότητα χονδροειδούς τροφής

Είναι προφανές ότι η πεπτικότητα των χονδροειδών εξαρτάται κυρίως από την ποιότητα των κυτταρινών.  Η ποιότητα όμως των κυτταρινών επηρεάζεται κυρίως από το είδος και την ποιότητα της κυρίας χονδροειδούς τροφής που χορηγείται σε κάθε κοπάδι , όπως:

  • σανός μηδικής,
  • ενσίρωμα μηδικής, 
  • ενσίρωμα καλαμποκιού, 
  • σανός λειμώνων, 
  • νωπά χόρτα βοσκής,
  • νωπά χόρτα λειμώνων.

 Για τα αιγοπρόβατα που εκτρέφονται σε εντατική μορφή και δεν έχουν καθόλου πρόσβαση σε βοσκές το κύριο βάρος πέφτει :

  • στην άριστη ποιότητα του σανού μηδικής( ξηρό τριφύλλι),
  • στην επίσης άριστη ποιότητα σανών λολιου, βίκου-βρώμης, λειμώνων 
  • κυρίως όμως στην γενικευμένη χρήση ενσιρωμάτων :

καλαμποκιού, λόλιου, μηδική, βίκου - βρώμης, βίκου - βρώμης -μπιζελιού, λούπινων κ.α. 

 Για τα αιγοπρόβατα ελεύθερης βοσκής το κύριο βάρος πέφτει:

  • στα χόρτα των λιβαδιών, 
  • στα χόρτα των λειμώνων 
  • στους διάφορους σανούς
  • εν μέρει στα διάφορα ενσιρώματα. 

Όσο πιο νεαρής ηλικίας είναι οι παραπάνω χονδροειδείς τόσο πιο εύπεπτα και πιο πολλά θρεπτικά περιέχουν (τον κύριο λόγο έχει η ποιότητα). Οι πλάκες λείξεως εκτός από την παροχή  βιταμινών και ιχνοστοιχείων, βελτιώνουν την όρεξη των ζωών καθώς και την παράγωγη σιέλου. Κατά συνέπεια αυξάνεται η πρόσληψη τροφής και ρυθμίζεται το pΗ της μεγάλης κοιλίας κάτι το οποίο μειώνει τον κίνδυνο οξέωσης.